Η αντηλιά χτυπά ίσα στα μάτια,
να σε τυφλώνει να μη βλέπεις θάματα.
Το πως γεννά το φως καινούργια μονοπάτια
κι άλλα τοιαύτα... μικροπράγματα.
Σου κρύβει από μπρος σου την αλήθεια,
μία προσωρινή μικροενόχληση.
Κι αντί να πολεμάς, εσύ στέκεις ηλίθια,
ως την επόμενη θαμπή σου ενασχόληση.
Η συννεφιά σου κρύβει όλη τη θέα,
σαν καταχνιά να μη μπορείς να δεις απέναντι.
Τον εαυτό σου με θεούς και δαίμονες παρέα
και τη γαλήνη με τη τρέλα αλληλένδετη.
Σ’ αφήνει να φαντάζεσαι πως θα ‘ναι,
μα, δε σου δείχνει τώρα, το πως γίνεται.
Και ‘συ σ’ αυτούς που αιώνια κυνηγάνε,
να πιάσουν κάτι, που ποτέ δεν πιάνεται.
Ίσκιος σκεπάζει συνεχώς τα βήματά σου,
όπως τα πέπλα τα καλύπτει και αφήνεται.
Εσύ, ο στραβός, να οδηγείς τυφλά την αφεντιά σου
κι όταν λαθέψεις, τότε ‘κείνος να σου κρύβεται.
Τα μάτια σκύψε, φύσηξε τα νέφη.
Πάτα γερά αυτό το μαύρο μπρος στα πόδια σου.
Αγκάλιασε σφιχτά του ονείρου σου τη σκέψη
και καν’ το αλήθεια, μα τα χίλια χρόνια σου.
Τρίτη 2 Μαρτίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου