Έφηβη η ανθρωπότητα καλπάζει τα όνειρά της.
Άλογο λες, αράπικο
Πέρα βαθιά, στα έγκατα ενός τρελού μυαλού
Μα, σαν παιδί όπου ‘πεσε,
Σηκώνεται και άξαφνα ορθώνεται μπροστά της
Τ’ ανάστημα, το είναι της, η ίδια η ύπαρξή της
Που φόραγε για να γελά τη μάσκα του καλού
Έφιππη η ανθρωπότητα γυρίζει γύρω-γύρω
Προσεχτικά και ήσυχα
Σε κύκλους που της έζεψαν, μην κι απομακρυνθεί
Γυμνές ρόγες στο στήθος της, η μόνη λευτεριά της
Και οι φωνές της στους πεζούς που λάξεψαν στον δρόμο
Κάποτε να ζαλίζεται, να σταματά, να ξαποσταίνει λίγο
Μα, πρέπει οπωσδήποτε, πάλι και κυκλικά να κινηθεί
Εύφορη η ανθρωπότητα, πλούσια σαν τα μαλλιά της
Τα ‘χει αφήσει λεύτερα
Πέφτουνε ως τη γη. Τρίβονται με τη μέντα, το δροσό
Ρετσίνια, αγριορόδικα και ξύλο μουσκεμένο
Μα, δεν κοιτάζει πάνω της, κεφάλι δε σηκώνει
Δε βλέπει, όχι δε μπορεί, καθώς να σκύβει μπρος της
Αφού τους κύκλους που έγραφε, τους έχει ξαναδεί.
Εύθραυστη η ανθρωπότητα σε λόγους και σε πράξεις
Μίσχος, κλαρί βασιλικού
Θράσεψε που απ’ τα νιάτα της, που ανέμοι δεν την πιάναν
Κι είπε πως θα ξαπόσταινε, για να ξεκουραστεί
Είναι μικρή, το σίγουρο, κιόλας για να ‘χει ανδρωθεί
Θυμάται μόνον η τρελή όπου έτρεχε παντού απ’ τη χαρά της.
Κι είτε καλό, είτε κακό, η άμοιρη, πάντοτε ήτονε εκεί
Έφηβη η ανθρωπότητα, καλπάζει στο μυαλό της
Ανασαιμιά του δράκοντα
Που ζέχνει τα ρουθούνια του στα ολόλευκά της στήθη
Θαρρεί σα να ζεσταίνεται, μια πιθαμή ξεθάρρεμα να είναι αρκετή
Ντύνεται νύφη πίσω της και θάνατος εμπρός της
Να καρτερά ξεδιάντροπα τη μοίρα της και το άθλιο ριζικό της,
Χωρίς να κάνει πιότερο, από το να γελά.
Τρίτη 2 Μαρτίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου